Whistleblowers

Ο περί της Προστασίας Προσώπων που Αναφέρουν Παραβάσεις του Ενωσιακού και Εθνικού Δικαίου Νόμος του 2022, Ν. 6(Ι)/2022 ως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται (εφεξής ο «Νόμος»),  στοχεύει στην προστασία εκείνων των εργαζομένων στον δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα, οι οποίοι προβαίνουν σε αποκάλυψη πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν στην κατοχή τους ή υπέπεσαν στην αντίληψή τους εντός του εργασιακού χώρου, και σχετίζονται με συγκεκριμένες παραβάσεις του ενωσιακού ή/και εθνικού δικαίου. Ο εν λόγω Νόμος ενθαρρύνει και διευκολύνει τους εργαζόμενους να υποβάλλουν καταγγελίες («αναφορές») για ενδεχόμενες παραβάσεις μέσα από ασφαλείς διαδικασίες, σε εμπιστευτικό πλαίσιο. Ταυτόχρονα, ο Νόμος απαγορεύει οποιαδήποτε εκδικητική ενέργεια εναντίον τους από τους προϊσταμένους ή τους συναδέλφους τους και προβλέπει ισχυρά μέτρα στήριξης.

Η προστασία των πληροφοριοδοτών προϋποθέτει όπως η αναφορά γίνει επώνυμα, εφόσον υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι οι πληροφορίες για παραβάσεις είναι αληθείς. Ωστόσο, ο πιο πάνω Νόμος εφαρμόζεται και σε περίπτωση ανώνυμης αναφοράς παραβάσεων, νοουμένου ότι μετά την ανώνυμη αναφορά ο πληροφοριοδότης ταυτοποιηθεί. Στην περίπτωση αυτή, ο πληροφοριοδότης έχει δικαίωμα προστασίας σε περίπτωση που έχει υποστεί αντίποινα.

(Α) Προϋποθέσεις για παροχή προστασίας δυνάμει των διατάξεων του Νόμου

Πληροφοριοδότης προστατεύεται από τις πρόνοιες του Νόμου όταν πληρούνται όλες οι πιο κάτω προϋποθέσεις:

  1. Εμπίπτει στις κατηγορίες προσώπων που αναφέρονται στα άρθρα 5 και 32 του σχετικού Νόμου και έχει συλλέξει τις πληροφορίες μέσα από το εργασιακό περιβάλλον είτε αυτό αποτελούσε κατά τη συλλογή των πληροφοριών μελλοντικό είτε παρελθοντικό περιβάλλον εργασίας,
  2. Οι πληροφορίες αφορούν παραβάσεις της εθνικής ή ευρωπαϊκής νομοθεσίας που απαριθμούνται στα άρθρα 31 και 4 του εν λόγω Νόμου, αντίστοιχα,
  3. Είχε βάσιμους λόγους να θεωρεί ότι οι πληροφορίες σχετικά με παραβάσεις που ανέφερε ήταν αληθείς κατά τον χρόνο της αναφοράς,
  4. Η αναφορά έγινε εσωτερικά μέσω των εσωτερικών διαύλων αναφοράς ή απευθείας εξωτερικά στην Αρχή Παιγνίων και Εποπτείας Καζίνου Κύπρου, ή ο πληροφοριοδότης προέβη σε δημόσια αποκάλυψη υπό τις προϋποθέσεις που θέτει ο εν λόγω Νόμος,
  5. Οι πληροφορίες δεν πρέπει να έχουν δοθεί κατά παράβαση των κανόνων προστασίας διαβαθμισμένων πληροφοριών, του δικηγορικού ή ιατρικού απορρήτου, του απορρήτου των δικαστικών συσκέψεων ή των κανόνων της ποινικής δικονομίας ή η πρόσβαση σε αυτές και η κοινοποίησή τους να μην συνιστά ποινικό αδίκημα.

(Β) Στοιχεία επικοινωνίας και τρόποι υποβολής εξωτερικής αναφοράς

Η Αρχή Παιγνίων και Εποπτείας Καζίνου Κύπρου (Aρχή) έχει θεσπίσει τους κατωτέρω  δίαυλους αναφοράς, για την παραλαβή και παρακολούθηση εξωτερικών αναφορών, οι οποίες μπορούν να υποβληθούν είτε γραπτώς, ή προφορικώς, ή/και με τους δύο τρόπους:

(α) Τηλεφωνικώς μέσω της γραμμής: 25573800.

*Οι συνδιαλέξεις κατά τη χρήση της εν λόγω τηλεφωνικής γραμμής καταγράφονται κατόπιν συναίνεσης του πληροφοριοδότη. Σε περίπτωση μη συναίνεσης, τηρούνται πλήρη και ακριβή πρακτικά της συνομιλίας. Στις περιπτώσεις που ο πληροφοριοδότης έχει αποκαλύψει την ταυτότητά του, παρέχεται η δυνατότητα στον πληροφοριοδότη να επαληθεύσει, να διορθώσει και να συμφωνήσει με τα πρακτικά της συνομιλίας, υπογράφοντάς τα .

(β) Μέσω Ηλεκτρονικού Ταχυδρομείου: Υπόψη Εκτελεστικού Διευθυντή με την ένδειξη «ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟ».

(γ) Συμπληρώνοντας το Έντυπο υποβολής αναφοράς και υποβάλλοντάς το στην Αρχή.

(δ) Ταχυδρομικώς στη διεύθυνση: Θάλειας 3, 1ος όροφος, 3011 Λεμεσός, Κύπρος, Υπόψη Εκτελεστικού Διευθυντή με την ένδειξη «ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟ».

(ε) Διευθέτηση προσωπικής συνάντησης κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας του πληροφοριοδότη στην τηλεφωνική γραμμή που καθορίζεται στην παράγραφο (α) ανωτέρω. Σε τέτοια περίπτωση ισχύουν οι ίδιες διαδικασίες σε σχέση με την καταγραφή της συνομιλίας και/ή την τήρηση πρακτικών, όπως περιγράφονται στο εδάφιο (α).

Σημείωση:

Διαφορές, παράπονα, καταγγελίες ή αιτήματα δεν εμπίπτουν στην έννοια των παραβάσεων που αναφέρονται στο Ν. 6Ι)/2022. Σε σχέση με τέτοιες περιπτώσεις  μπορείτε να υποβάλετε το παράπονο/καταγγελία/αίτημα σας ηλεκτρονικά στην ιστοσελίδα της Αρχής, με ηλ. μήνυμα στο complaints@cgc.org.cy , μέσω τηλεομοιοτύπου (fax) στον αριθμό 25573801 ή ταχυδρομικώς στη διεύθυνση: Θάλειας 3, 1ος όροφος, 3011 Λεμεσός, Κύπρος, ή κατ’ ιδίαν/δια χειρός στα γραφεία της Αρχής. Μπορείτε να δείτε περισσότερα εδώ.

(Γ) Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνουν οι αναφορές και διαδικασία χειρισμού αναφορών  

Οι αναφορές πρέπει να περιλαμβάνουν τα κάτωθι:

  • τα στοιχεία του αναφέροντα (ονοματεπώνυμο, επάγγελμα/θέση, τηλέφωνο επικοινωνίας, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ), με εξαίρεση την περίπτωση ανώνυμης αναφοράς.
  • τα στοιχεία του αναφερόμενου (ονοματεπώνυμο, θέση).
  • είδος και περιγραφή της παράβασης (όπως για παράδειγμα πότε και που συνέβη η παράβαση, πότε και πως περιήλθε στην αντίληψη του αναφέροντα, τυχόν αποδεικτικά στοιχεία που έχει στην κατοχή του ο αναφέροντας, εμπλοκή άλλων προσώπων και/ή μαρτύρων)
  • οποιοδήποτε άλλο επιπρόσθετο στοιχείο είναι χρήσιμο να αναφερθεί.

Με την παραλαβή της αναφοράς, και εντός (7) επτά ημερών, κοινοποιείται στον πληροφοριοδότη βεβαίωση παραλαβής της, εκτός και εάν ζητηθεί ρητώς κάτι διαφορετικό από τον αναφέροντα ή εάν Αρχή πιστεύει εύλογα ότι η βεβαίωση αναφοράς δυνατόν να θέσει σε κίνδυνο την προστασία της ταυτότητας του αναφέροντος. Η εν λόγω βεβαίωση δίδεται γραπτώς στην ταχυδρομική ή ηλεκτρονική διεύθυνση του πληροφοριοδότη, εφόσον τέτοια έχει παρασχεθεί. Με την εν λόγω βεβαίωση παραλαβής, ο πληροφοριοδότης ενημερώνεται επίσης για το χρονικό διάστημα εντός του οποίου θα λάβει ενημέρωση αναφορικά με τα αποτελέσματα της διερεύνησης της αναφοράς, το οποίο δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία της αποστολής βεβαίωσης παραλαβής ή τους έξι (6) μήνες όταν δικαιολογείται υπό τις περιστάσεις.

Στη συνέχεια, η Αρχή, παρακολουθεί την εξωτερική αναφορά, αξιολογώντας την ακρίβεια των ισχυρισμών της και την πιθανότητα λήψης μέτρων για αντιμετώπιση της αναφερόμενης παράβασης. Συγκεκριμένα, εφόσον προβεί στην αξιολόγηση της ακρίβειας των ισχυρισμών με διεξαγωγή έρευνας, βάσει των εξουσιών που της παρέχονται από την εκάστοτε εθνική ή ενωσιακή νομοθεσία, η Αρχή εξετάζει κατά πόσο θα προχωρήσει σε περαιτέρω μέτρα παρακολούθησης, όπως η έναρξη δικαστικής διαδικασίας για ανάκτηση κονδυλίων, η προώθηση της υπόθεσης στην Αστυνομία για έναρξη ποινικής διαδικασίας, η παραπομπή της αναφοράς σε άλλη αρμόδια αρχή για περαιτέρω ενέργειες, ή η αρχειοθέτηση της εξωτερικής αναφοράς λόγω έλλειψης επαρκών αποδεικτικών στοιχείων.

Κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης της αναφοράς, η Αρχή μπορεί να απαιτήσει από τον πληροφοριοδότη, είτε γραπτώς στην ταχυδρομική ή ηλεκτρονική διεύθυνση του πληροφοριοδότη, εφόσον τέτοια έχει παρασχεθεί, είτε προφορικά μέσω τηλεφώνου, να διευκρινίσει τις πληροφορίες που γνωστοποιούνται ή να παράσχει πρόσθετες πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στον πληροφοριοδότη.

Η ενημέρωση του πληροφοριοδότη η οποία περιλαμβάνει τα αποτελέσματα της διερεύνησης της αναφοράς, δίδεται με τον ίδιο τρόπο που δίδεται η βεβαίωση παραλαβής, ως περιγράφεται ανωτέρω. Σε περίπτωση που ο πληροφοριοδότης δεν έχει παράσχει κανένα στοιχείο επικοινωνίας, μπορεί να λάβει την ανωτέρω πληροφόρηση προφορικά, επικοινωνώντας με την Αρχή στην τηλεφωνική γραμμή που αναφέρεται ανωτέρω.

Οι πληροφορίες που λαμβάνονται, ανταλλάσσονται ή διαβιβάζονται κατά την παραλαβή αναφορών πραγματικών ή ενδεχόμενων παραβάσεων του ενωσιακού ή και εθνικού δικαίου, τυγχάνουν χειρισμού σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εμπιστευτικότητας, όπως αυτές προβλέπονται στο άρθρο 17 του εν λόγω Νόμου.

(Δ) Καθεστώς απορρήτου και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Αναφορικά με το καθεστώς απορρήτου που εφαρμόζεται στις αναφορές, η Αρχή σημειώνει τις κάτωθι περιστάσεις, υπό τις οποίες τα εμπιστευτικά στοιχεία ενός πληροφοριοδότη δύναται να αποκαλύπτονται:

(α) στο πλαίσιο αστικής ή ποινικής ή άλλης δικαστικής διαδικασίας, όπου η Αρχή καλείται να προσκομίσει στοιχεία ή να δώσει μαρτυρία, ή σε ποινική ή πειθαρχική διαδικασία·

(β) σε περίπτωση που η Αρχή προβαίνει σε αποκάλυψη, η οποία αποτελεί αναγκαία και αναλογική υποχρέωση που επιβάλλεται από το ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο, στο πλαίσιο ερευνών των εθνικών αρχών ή δικαστικών διαδικασιών, μεταξύ άλλων, με σκοπό τη διασφάλιση των δικαιωμάτων υπεράσπισης του αναφερομένου·

(γ) στα πλαίσια του δικαιώματος ακρόασης του αναφερομένου, δίδοντας στο εν λόγω πρόσωπο πρόσβαση στα στοιχεία του σχετικού φακέλου.

Όσον αφορά στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο αναφορών, η Αρχή συμμορφώνεται με τα σχετικά άρθρα του εν λόγω Νόμου, με τον Κανονισμό 2016/679 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, τον περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμο του 2018 (Ν. 125(I)/2018) και τον περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα από Αρμόδιες Αρχές για τους Σκοπούς της Πρόληψης, Διερεύνησης, Ανίχνευσης ή Δίωξης Ποινικών Αδικημάτων ή της Εκτέλεσης Ποινικών Κυρώσεων και για την Ελεύθερη Κυκλοφορία των Δεδομένων αυτών Νόμο του 2019 (44(I)/2019). Περαιτέρω, κάθε ανταλλαγή ή διαβίβαση πληροφοριών από τα θεσμικά και άλλα όργανα ή τους οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης πραγματοποιείται σύμφωνα με τον Κανονισμό ΕΕ 2018/1725.

Επισημαίνεται ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται στο πλαίσιο αναφορών διαγράφονται εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία περάτωσης της διαδικασίας. Σε περίπτωση που έχουν αρχίσει δικαστικές ή πειθαρχικές διαδικασίες κατά του αναφερόμενου ή του πληροφοριοδότη, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διατηρούνται για όλη τη διάρκεια των εν λόγω διαδικασιών, περιλαμβανομένης της περίπτωσης άσκησης έφεσης ή ένστασης, και, αφού παρέλθει ένα (1) έτος από τη διεκπεραίωσή τους, διαγράφονται.

(Ε) Μέσα και διαδικασίες προστασίας κατά των αντιποίνων

Πληροφοριοδότης ο οποίος υποβάλλει αναφορά, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου, προστατεύεται αυτόματα από μία σειρά πράξεων που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως εκδικητικές συμπεριφορές ή αντίποινα, ενώ, παράλληλα, απολαμβάνει σημαντικά μέτρα προστασίας. Σχετικό επί τούτου είναι το Κεφάλαιο VI του Μέρους ΙΙ του Νόμου και το άρθρο 37 του Κεφαλαίου Ι του Μέρους ΙΙΙ.

(Ζ) Πληροφορίες

Περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τις διαδικασίες και τα μέσα έννομης προστασίας που είναι διαθέσιμα για την προστασία έναντι αντιποίνων και τα δικαιώματά των πληροφοριοδοτών, είναι διαθέσιμες στο ευρύ κοινό, υπό μορφή «Οδηγών», και μπορούν να εντοπισθούν στον ακόλουθο σύνδεσμο: Πληροφοριοδότες (Whistleblowers) – Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως – gov.cy  της ιστοσελίδας του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως (Λεωφ. Αθαλάσσης 125, 1461 Στρόβολος, Λευκωσία – Κύπρος, Τηλ.: 22805950, Τηλεομοιότυπο: 22518356, Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο: registry@mjpo.gov.cy).